
Κυκλοφόρησε το πρώτο μας φύλλο. Το παρακάτω, αποτελεί το εισαγωγικό κείμενο της έκδοσης, έναν πρώτο απολογισμό του φοιτητικού κινήματος των τελευταίων οκτώ μηνών….
Αντί προλόγου: Ρήξη και Συνέχεια
Το έντυπο αυτό συζητήθηκε, σχεδιάστηκε και προετοιμάστηκε από μια ομάδα φοιτητών –προπτυχιακών και μεταπτυχιακών– που συμμετείχαν στο φοιτητικό κίνημα ως «ανένταχτοι». «Ανένταχτοι», όχι γιατί δεν επιθυμούν μια οργανωμένη παρέμβαση, ούτε γιατί επιδίωκαν να παραμείνουν οι κινητοποιήσεις σε μια συντεχνιακή λογική. Αλλά γιατί οι ήδη υπάρχοντες σχηματισμοί δεν κατάφεραν ούτε στο ελάχιστο να μας εκφράσουν_ όπως και δεν μας εξέφραζε η στρατηγική, η τακτική και ο λόγος που όλοι αυτοί διαμόρφωναν για το κίνημα. Έτσι, καθ’ όλη τη διάρκεια των κινητοποιήσεων, μας χαρακτήρισε μια τοποθέτηση λίγο έως πολύ σχιζοφρενική.
Αφ’ ενός, όντως, είχαμε να κάνουμε μ’ ένα κίνημα αυθεντικό. Τούτο καταδεικνύεται από τη μαζικότητά του, τη διάρκεια των κινητοποιήσεων και την επιμονή των φοιτητών. Πολύ περισσότερο από το Άρθρο 16 και τον Νόμο Πλαίσιο, οι φοιτητές κινητοποιήθηκαν στη βάση ενός αισθήματος γενικευμένης ανασφάλειας που προκαλεί κάθε πτυχή αυτής της χώρας: από την εργασιακή ανασφάλεια, μέχρι το αίσθημα της μειονεξίας που νιώθει κάθε πολίτης όταν ζει σε μια δημοκρατία όπου νόμος είναι το δίκιο των ελίτ και των ξένων πρεσβειών.
Από την άλλη, όλα τα πολιτικά του στοιχεία υπήρξαν –για να μην πούμε τίποτε χειρότερο– άκρως απογοητευτικά. Από πού να ξεκινήσουμε; Από τις κινητοποιήσεις απουσίαζε οποιαδήποτε μορφή κριτικής στην ίδια την πραγματικότητα ενός απαξιωμένου, τυπικά δημόσιου, πανεπιστήμιου. Στο εσωτερικό των ιδρυμάτων, καθηγητές και «εκπρόσωποι» των φοιτητών λειτουργούν ήδη με λογικές ιδιωτικο-οικονομικές, υπονομεύοντάς το από τα μέσα.
Η πλειοψηφία των καθηγητών συμπεριφέρονται ως μεσίτες της γνώσης που κατέχουν, πλουτίζοντας από τα ευρωπαϊκά προγράμματα, τα ερευνητικά προγράμματα των πολυεθνικών και τις «συνεργασίες» με τις φυλλάδες του Μπόμπολα και του Λαμπράκη. Ταυτόχρονα, «συναλλάσσονται ανοιχτά με τους ανακτορικούς», συνωστιζόμενοι στους προθαλάμους των υπουργείων, των νεοαποικιακών «Θινκ Τάνκς» και ΜΗΚΥΟ που δρουν στη χώρα μας.
Οι «ηγεσίες» του φοιτητικού συνδικαλισμού μεσιτεύουν ως μάνατζερ τις ψήφους των φοιτητών στα όργανα της συνδιοίκησης, κάνουν δημόσιες σχέσεις με τους καθηγητές και παζαρεύουν την εκλογή των πρυτάνεων αποκομίζοντας άμεσα και έμμεσα ανταλλάγματα. ήδη συμπεριφέρονται δηλαδή ως τα μικρά αφεντικά, διεκδικώντας μέσα από αυτό το σάπιο σύστημα τις μελλοντικές διευθυντικές θέσεις.
Όσον αφορά στην κοινωνία, τα νοικοκυριά πληρώνουν σε φροντιστήρια, συγγράμματα, διαμονή, σίτιση και στέγαση, για να φοιτήσουν τα παιδιά τους σ’ ένα δημόσιο, υποτίθεται, πανεπιστήμιο. Κι ενώ η ελληνική οικονομία έχει επιτακτική ανάγκη βασικής έρευνας για να συγκρατήσει τη διάλυση του παραγωγικού ιστού τα πανεπιστήμια επιμένουν στον παρασιτισμό, κατευθύνοντας την έρευνα προς τις ανάγκες της Ε.Ε. ή προς όφελος των μεγαλοεργολάβων και των λοιπών μεταπρατών.
Ένα ολοκληρωμένο κίνημα, επίσης, θα κατάφερνε να διαχωριστεί από την συντεχνία των καθηγητών, που βρήκε την ευκαιρία να παρασιτεί από την ορμή των κινητοποιήσεων για να προφυλάξει τα δικά της συμφέροντα.
Έτσι, σ’ όλη τη διάρκεια του κινήματος, πολλοί προγραμματάκηδες καθηγητές κατάφεραν να το παίξουν «αγωνιστές», τσοντάροντας πλάι στα αιτήματα των φοιτητών την κατηγορηματική τους άρνηση για οποιαδήποτε αξιολόγηση του έργου τους, για να καλύπτουν το πραγματικό καθεστώς ασυδοσίας στο οποίο λειτουργούν μέσα στα πανεπιστήμια. Γιατί άλλο είναι να αντιστέκεσαι συγκεκριμένα σ’ αυτή την αξιολόγηση, η οποία μέσω των ιδιωτικο-οικονομικών κριτηρίων προσαρμόζει τα ιδρύματα σε νεοφιλελεύθερες λογικές, και άλλο να εναντιώνεσαι σε οποιαδήποτε αξιολόγηση από τον οποιονδήποτε (π.χ. τους ίδιους τους φοιτητές, τους συναδέλφους ή την ίδια την κοινωνία), υπερασπίζοντας ένα προνόμιο ανάλογο μ’ εκείνα της αριστοκρατίας στον Μεσαίωνα.
Ένα ολοκληρωμένο κίνημα θα κατάφερνε να ξεμπροστιάσει τους υπαίτιους αυτής της κατάστασης και να διεκδικήσει την υπέρβαση αυτών των αδιεξόδων. Θα κατάφερνε να ακουστεί ως μια αυτόνομη φωνή που διεκδικεί πέρα από τους κρατιστές και τους γραφειοκράτες που έχουν ρημάξει το Πανεπιστήμιο, πέρα από τους νεοφιλελεύθερους, τους γιάπηδες και τους τεχνοκράτες της κυβέρνησης και της «αριστερής» αντιπολίτευσης που ετοιμάζονται να το ξεπουλήσουν, ένα πραγματικά δημόσιο πανεπιστήμιο.
Ένα πραγματικά δημόσιο πανεπιστήμιο σημαίνει ένα πανεπιστήμιο το οποίο δεν θα αναπαράγει την σημερινή κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική αθλιότητα της χώρας μας, εκ-παιδεύοντας τους νέους ανθρώπους στο πως μπορούν κι εκείνοι με την σειρά τους να «την βολέψουν» σ’ όλους τους μηχανισμούς που την διαλύουν καθημερινά. Σημαίνει ένα πανεπιστήμιο που τους μορφώνει ολόπλευρα δίνοντας έμφαση τόσο στην εξειδίκευση όσο και στην γενική παιδεία, προκειμένου να συμβάλει στην δημιουργία ολοκληρωμένων ενεργών πολιτών και όχι μοναχικών λύκων-καταναλωτών. Σημαίνει ιδρύματα που χρησιμοποιούν την γνώση και την έρευνα για να βελτιώσουν τις κοινωνικές συνθήκες: να ανασυγκροτήσουν παραγωγικά την χώρα ώστε να βρίσκουμε δουλειά, να προφυλάξουν το περιβάλλον της, να βοηθήσουν ώστε να γίνουν ανθρωπινότερες οι πόλεις μας αλλά και να δώσουν μια αποφασιστική ώθηση στον πολιτισμό και το πνεύμα της χώρας για να βγούμε από το τέλμα της μίζερης ευρωπαϊκής επαρχίας που αναπαράγει κακέκτυπα την μητρόπολη. Σημαίνει τέλος, ιδρύματα που συμβάλουν στην ανασύσταση της αξιοπρέπειας και της ανεξαρτησίας αυτού του λαού, που παραπαίει μέσα στον ραγιαδισμό που τόσο απλόχερα του σερβίρουν σε όλες του τις εκδοχές οι αυτοκρατορικές δυνάμεις του πλανήτη.
Το κίνημα, δυστυχώς, δεν μίλησε για όλα αυτά. Δεν διέθετε καν μια διάθεση διατύπωσης ενός οράματος που να υπερβαίνει τις κυρίαρχες λογικές και να τροφοδοτεί μία συνολικότερη κριτική ως προς το σήμερα.
Για τούτο, μεγάλο μερίδιο ευθύνης έχουν οι «πρωτοπορίες» του, οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής ή μη αριστεράς. Αυτές οι δυνάμεις, ενώ για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό οι φοιτητές αποφάσισαν να εξέλθουν των «πέτρινων χρόνων» του ατομικισμού και της αδιαφορίας για τα κοινά και να δημιουργήσουν ένα πολύμηνο κίνημα, δεν κατάφεραν να «ξεκουνηθούν» ιδεολογικά και πολιτικά ούτε κατά το ελάχιστο. Προτίμησαν να βγάλουν ατόφια από τη φορμόλη τα προγράμματα και τον λόγο τους και να τα σερβίρουν διανθισμένα με μια αγωνιστική ρητορεία, η αυταρέσκεια της οποίας θυμίζει τους επετειακούς λόγους των σχολικών εορτών.
Γι’ αυτό και τόσο η στρατηγική όσο και η τακτική που επεξεργάστηκαν υπήρξε τουλάχιστον έωλη, ενώ οι περισσότερες από τις διαδικασίες που έστησαν έπαιρναν την μορφή καρικατούρας. Έτσι, σπάνια κάποιος διέκρινε ψήγματα φαντασίας και δημιουργικότητας στις κινητοποιήσεις, οι οποίες εξαντλούνταν στο τρίπτυχο συνέλευση-συντονσιμός-πορεία· το περιώνυμο «άνοιγμα στην κοινωνία» σήμαινε πολύ περισσότερο την συνδιαλλαγή με τις γραφειοκρατίες της ΓΣΕΕ και πολύ λιγότερο την διάχυση των φοιτητών στις πλατείες, τα εργοστάσια και τους χώρους δουλειάς και τις υποβαθμισμένες γειτονιές· και οι περίφημες «αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες», αντί να αποτελέσουν μαζικούς χώρους ζύμωσης απόψεων, ιδεών και πολιτικών για τις κατευθύνσεις και τον χαρακτήρα του κινήματος γρήγορα εκφυλίστηκαν στην πάλη των «μεγάλων» για τα επουσιώδη, όπως το ποιά μέρα και ώρα θα ξεκινήσουν οι πορείες, για το που και πως θα πάνε κλπ. Γι’ αυτόν τον λόγο, εξάλλου, η ριζοσπαστικότητα πολύ περισσότερο από το να εκφράζει την ρήξη στις ιδέες, τις συμπεριφορές και τον τρόπο ζωής των φοιτητών με την αθλιότητα αυτής της κοινωνίας και την σύγκρουσή τους με τους άρχοντές της, κατέληξε να εκφράζεται μέσα από σύμβολα- «πουκάμισα αδειανά», τον στρατιωτικό βηματισμό και την εθιμοτυπική σύγκρουση των «Ενιαίων Αριστερών» και την κατά κεφαλήν κατανάλωση μολότωφ των «συγκρουσιακών».
Για όλους αυτούς τους λόγους το έντυπο αυτό πατώντας στην «σχιζοφρενική» διάθεση αυτών που το ετοίμασαν, επιθυμεί ταυτόχρονα να συμβάλει σε μία ρήξη και σε μία συνέχεια: την ρήξη με τις λογικές, τις πρακτικές και τις πολιτικές των «πρωτοποριών» που καθήλωσαν το κίνημα στην καχεξία που περιγράψαμε. την συνέχεια της διάθεσης που εξέφρασαν όλο αυτό το διάστημα οι φοιτητές να εγκαταλείψουν την προσωπική τους βολή και να παρέμβουν και πάλι συλλογικά διεκδικώντας αγωνιζόμενοι ένα καλύτερο μέλλον.
Σκοπός μας είναι, λοιπόν, μέσα από τις σελίδες του εντύπου είναι να διερευνήσουμε τους ιδεολογικούς και τους πολιτικούς όρους, που θα μας επιτρέψουν να μεταμορφωθούμε από αυτήν την αντιφατική δύναμη με την μεγάλη ορμή σε μία κίνηση που πραγματικά επιθυμεί να καταργήσει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, εντός κι εκτός των ακαδημαϊκών τειχών…
Ομάδα για ένα Εναλλακτικό Πανεπιστήμιο
Κατεβάστε ολόκληρο το φυλλάδιο σε μορφή pdf